κλαζομένιος

κλαζομένιος
-α, -ο (Α κλαζομένιος, -ία, -ον)
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αρχαία πόλη τής Μικράς Ασίας Κλαζομενές ή αυτός που προέρχεται από αυτήν (α. «κλαζομένια αγγεία» — είδος αρχαίων αγγείων τής περίφημης αγγειοπλαστικής τέχνης τών Κλαζομενών
β. «κλαζομένιες σαρκοφάγοι» — πήλινες νεκρικές λάρνακες που βρέθηκαν στις Κλαζομενές)
2. (το αρσ. και θηλ. ως κύριο όν.) Κλαζομένιος, -α
αυτός που κατάγεται από την αρχαία πόλη Κλαζομενές
3. παροιμ. φρ. «ἔξεστι Κλαζομενίοις ἀσχημονεῑν» — είναι φυσικό σ' αυτούς που έχουν άσχημο χαρακτήρα να φέρονται άσχημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τοπωνύμιο Κλαζομεναί].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Κλαζομένιος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομενίων — Κλαζομένιος fem gen pl Κλαζομένιος masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομένιον — Κλαζομένιος masc acc sg Κλαζομένιος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομενίοις — Κλαζομένιος masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομενίου — Κλαζομένιος masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομενίους — Κλαζομένιος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομενίῳ — Κλαζομένιος masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κλαζομένιοι — Κλαζομένιος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ANAXAGORAS Clazomenius Philosophus — Anaximenis discipulus, ob ingenii subtilitatem, Spiritus dictus, in Physicis praecellens. Socratis, Periclis, Europidis Praeceptor. Hic non modo generis gloriâ et divitiis, verum animi quoque magnitudine clarisrissimus, totum patrimonium suis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Ασκληπιάδης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μαθητής του Ισοκράτη από τη Θράκη (4ος αι. π.Χ.). Συγγραφέας των Τραγωδουμένων (11 βιβλία), δηλαδή των μύθων που πραγματεύτηκαν στα έργα τους οι κλασικοί. 2. Α. ο Φλιάσιος (περ. 350 – 280 π.Χ.). Φιλόσοφος. Πέρασε το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”